LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Leister
/lˈaɪstə/
/ˈɫistɝ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "leister"
Leister
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a spear with three or more prongs; used for spearing fish (especially salmon)
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App