Laity
volume
British pronunciation/lˈe‍ɪətˌi/
American pronunciation/ˈɫeɪəti/

Ορισμός και Σημασία του "laity"

01

in Christianity, members of a religious community that do not have the priestly responsibilities of ordained clergy

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store