LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Lactoflavin
/lˈaktəflˌavɪn/
/lˈæktəflˌævɪn/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "lactoflavin"
Lactoflavin
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a B vitamin that prevents skin lesions and weight loss
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
lactobacteriaceae
lactobacillus acidophilus
lactobacillus
lactobacillaceae
lacto-vegetarian
lactogen
lactogenic
lactogenic hormone
lactophrys
lactophrys quadricornis
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App