Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Department of Linguistics
/dɪpˈɑːɹtmənt ʌv lɪŋɡwˈɪstɪks/
/dɪpˈɑːtmənt ɒv lɪŋɡwˈɪstɪks/
Department of Linguistics
01
Τμήμα Γλωσσολογίας, Σχολή Γλωσσολογίας
an academic division within a university or college focused on the scientific study of language and its structure
Παραδείγματα
The Department of Linguistics conducts research in areas such as language acquisition, language variation, and computational linguistics.
Το Τμήμα Γλωσσολογίας διεξάγει έρευνα σε τομείς όπως η απόκτηση γλώσσας, η γλωσσική διαφοροποίηση και η υπολογιστική γλωσσολογία.
Students in the Department of Linguistics analyze the sounds, grammar, and meaning of languages, gaining insights into human communication.
Οι φοιτητές του Τμήματος Γλωσσολογίας αναλύουν τους ήχους, τη γραμματική και το νόημα των γλωσσών, αποκτώντας γνώσεις για την ανθρώπινη επικοινωνία.



























