Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
can you not
01
Μπορείς να σταματήσεις;, Δεν μπορείς να σταματήσεις;
used to express annoyance or frustration and tell someone to stop doing something irritating
Παραδείγματα
You're going to complain about homework again? Can you not?
Θα παραπονιέσαι για τις εργασίες πάλι; Δεν μπορείς να σταματήσεις;
You're texting me every five seconds. Can you not?
Μου στέλνεις μηνύματα κάθε πέντε δευτερόλεπτα. Μπορείς να σταματήσεις;



























