LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
On the street
/ɒnðə stɹˈiːt/
/ɑːnðə stɹˈiːt/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "on the street"
on the street
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
without a home to live in
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
on the spur of the moment
on the spot
on the spectrum
on the sly
on the sidelines
on the stump
on the subject of
on the threshold of
on the town
on the understanding that
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App