Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
median strip
/mˈiːdiːən stɹˈɪp/
/mˈiːdiːən stɹˈɪp/
Median strip
01
κεντρικό διαχωριστικό, μεσαία λωρίδα
a narrow area of land or barrier that separates lanes of traffic on a highway or road
Παραδείγματα
The highway was divided by a median strip, with flowers planted along its length.
Ο αυτοκινητόδρομος χωρίστηκε με μια κεντρική νησίδα, με λουλούδια φυτεμένα σε όλο του το μήκος.
Drivers should be cautious when crossing the median strip to avoid accidents.
Οι οδηγοί πρέπει να είναι προσεκτικοί όταν διασχίζουν την κεντρική λωρίδα για να αποφύγουν ατυχήματα.



























