Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
in the name of
01
used to indicate the justification for an action
Παραδείγματα
The law was enacted in the name of public safety.
Ο νόμος θεσπίστηκε στο όνομα της δημόσιας ασφάλειας.
The charity was established in the name of helping those in need.
Ο φιλανθρωπικός οργανισμός ιδρύθηκε στο όνομα της βοήθειας προς τους ανθρώπους σε ανάγκη.



























