Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Nature reserve
01
φυσικό καταφύγιο, προστατευόμενη φυσική περιοχή
a protected area of land or water that is set aside for the preservation and protection of natural habitats, wildlife, and plant species
Παραδείγματα
The government established a nature reserve to protect endangered species.
Η κυβέρνηση ίδρυσε μια φυσική καταφύγιο για την προστασία των απειλούμενων ειδών.
Visitors to the nature reserve must follow strict conservation rules.
Οι επισκέπτες του φυσικού καταφυγίου πρέπει να ακολουθούν αυστηρούς κανόνες διατήρησης.



























