Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Smogginess
01
καπνούχος ομίχλη, μόλυνση από καπνό και ομίχλη
air pollution by a mixture of smoke and fog
Λεξικό Δέντρο
smogginess
smoggy
smog
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
καπνούχος ομίχλη, μόλυνση από καπνό και ομίχλη
Λεξικό Δέντρο