Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
real estate agent
/ɹˈiːəl ɪstˈeɪt ˈeɪdʒənt/
/ɹˈiəl ɪstˈeɪt ˈeɪdʒənt/
Real estate agent
01
μεσίτης ακινήτων, παράγοντας ακινήτων
someone whose job involves selling and renting lands or apartments for people
Dialect
American
Παραδείγματα
She hired a real estate agent to help sell her house quickly and at a good price.
Προσέλαβε ένα μεσίτη ακινήτων για να την βοηθήσει να πουλήσει το σπίτι της γρήγορα και σε καλή τιμή.
The real estate agent showed them several homes that fit their budget and preferences.
Ο μεσίτης ακινήτων τους έδειξε πολλά σπίτια που ταίριαζαν στον προϋπολογισμό και τις προτιμήσεις τους.



























